Η ώρα της υποχρεωτικής ιδιωτικής ασφάλισης για όλους

29-12-12

















Υπέρ της «αυτόματης (ή υποχρεωτικής) εγγραφής όλων ίων εργαζομένων στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες -παράλληλα με την αυτόματη εγγραφή στον ΕΟΠΥΥ- τάσσεται η Τράπεζα της Ελλάδος... στην τελευταία έκθεσή της. Σ΄ αυτήν αφιερώνεται ένα δεκασέλιδο ένθετο, στο οποίο η ΤτΕ αναλύει εκτεταμένα τα θετικά αποτελέσματα της πρόσφατης ασφαλιστικής μεταρρύθμισης (2010) στη βιωσιμότητα των Ταμείων και καταλήγει στην ανάγκη δυναμικής αξιοποίησης της επαγγελματικής και, κυρίως, της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα. Στόχος, όπως επισημαίνεται, είναι με αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπιστούν οι «μνημονιακές» απώλειες στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, αλλά και στις ασφαλιστικές παροχές των ασφαλισμένων. Το ενδιαφέρον είναι ότι ίο σχέδιο αυτό δεν αφήνει απ΄ έξω ακόμα και όσους χάνουν τη δουλειά τους! Μιλώντας στο «Κ», κορυφαίο στέλεχος πολύ μεγάλης ασφαλιστικής εταιρείας που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα (η οποία -θεωρητικά- θα είχε κάθε συμφέρον από ένα τέτοιο άνοιγμα της ασφαλιστικής αγοράς της χώρας) αποδίδει σε «πρωτοβουλία της τρόικας» αυτήν την πρόταση. Υπαγορεύεται, δε, από τη «λογική της ιδιωτικοποίησης των πάντων, λόγω της παράλυσης του ελληνικού δημόσιου τομέα», επισημαίνει η ίδια πηγή. Παρόμοιες πιέσεις είχαν ανιχνευθεί και το 2011, όταν, με όχημα ένα πιλοτικό πρόγραμμα κρατικής-κοινοτικής επιδότησης των ασφαλιστικών εταιρειών για την παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας υγείας σε ανασφάλιστους ανέργους, η τρόικα θέλησε -χωρίς αποτέλεσμα- να ανοίξει το ζήτημα της υποχρεωτικής ιδιωτικής ασφάλισης και των εργαζομένων... Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, από τη μεριά της, αρνήθηκε να σχολιάσει στο «Κ» τη συγκεκριμένη πρόταση της ΤτΕ, σημειώνοντας πως αυτή αντιπροσωπεύει αποκλειστικά τις απόψεις του διοικητικού συμβουλίου της, το οποίο έχει έναν ανεξάρτητο -από την κυβέρνηση- θεσμικό ρόλο, και πως η υποχρεωτική ιδιωτική ασφάλιση δεν υπάρχει επί του παρόντος στην ατζέντα της κυβέρνησης. Ωστόσο, η ΤτΕ υποστηρίζει ότι με την «υποχρεωτική ιδιωτική ασφάλιση» (κάθε εργαζομένου, από τη στιγμή που προσλαμβάνεται) «θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί εν μέρει η μειωμένη επάρκεια των συντάξεων των ατόμων με τα χαμηλότερα εισοδήματα και όσων δεν έχουν μόνιμη απασχόληση». Η μειωμένη επάρκεια των συντάξεων μετά την «προσαρμογή» τους δεν οφείλεται μόνο στις μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων (λόγω της μείωσης των εισοδημάτων τους), στην ανεργία κ.λπ., αλλά και στο γεγονός ότι με τον νέο ασφαλιστικό νόμο (Ν. 3863/2010) θα μειωθεί μακροπρόθεσμα, από το 2015 και έπειτα, στο 49,6% το συνολικό ποσοστό αναπλήρωσης (της σύνταξης σε σχέση με τον μισθό). Το 2007, το ποσοστό αναπλήρωσης -για παράδειγμα- για τους ασφαλισμένους στο ΙΚΑ ανερχόταν στο 84,2%. Συνεπώς, οι συνταξιούχοι σε δύο χρόνια από σήμερα θα λαμβάνουν μεσοσταθμικά και σταδιακά 40% λιγότερη σύνταξη από εκείνη που λαμβάνουν οι σημερινοί, ανεξάρτητα από τις μειώσεις που έχουν υποστεί έως τώρα (συμπεριλαμβανομένης εκείνης που θα ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2013). Με αυτόν τον τρόπο, σύμφωνα με την τελευταία σχετική έκθεση της Κομισιόν, διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος, καθώς η μεταβολή της συνταξιοδοτικής δαπάνης θα περιοριστεί έως το 2060 στο 1% του ΑΕΠ, αντί του 12,4% που θα ήταν χωρίς αυτήν. Ο βασικότερος, όμως, ανασταλτικός παράγοντας για τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού γίνεται πλέον το ποσοστό της απασχόλησης και όχι το σχετικό ύψος των συντάξεων, το ποσοστό κάλυψης και η πληθυσμιακή γήρανση.

capital.gr

Σχόλια